Κατάθλιψη και στυτική δυσλειτουργία

Katathlipsi kai stitiki dislitourgia
Katathlipsi kai stitiki dislitourgia

Η κατάθλιψη είναι μια συχνή νόσος η οποία επηρεάζει τόσο τον ίδιο τον ασθενή, όσο και την σύντροφο του, την οικογένεια του, το εργασιακό του περιβάλλον και το γενικότερο πλαίσιο του συστήματος υγείας .

Είναι μια σοβαρή και συχνά μη διαγιγνωσκόμενη ασθένεια, η οποία συναντάται σε όλους τους πολιτισμούς και τις φυλές, προκαλώντας  υποβάθμιση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής του ατόμου.

Στυτική δυσλειτουργία μπορεί να προκληθεί από την χρήση ορισμένων αντικαταθλιπτικών φαρμάκων σε μέτρια ή η βαριά κατάθλιψη. Αλλά και η στυτική δυσλειτουργία μπορεί ανεξάρτητα και από μόνη της, να προκαλέσει ή να επιδεινώσει την κατάθλιψη. Συνήθως, μεγάλο ποσοστό ασθενών οι οποίοι παρουσιάζουν στυτική δυσλειτουργία πάσχουν και από κατάθλιψη και είναι σίγουρο ότι η σχέση μεταξύ κατάθλιψης και διαταραχής της στύσης είναι αμφίδρομη .

Οι συνέπειες στην επιβάρυνση της κατάθλιψης από την ανδρική στυτική δυσλειτουργία, δεν σταματάνε στον ίδιο τον πάσχοντα, αλλά επεκτείνονται και στην ερωτική σύντροφο κατ επέκταση. Μια διαταραχή της στύσης μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα ενός  καταθλιπτικού επεισοδίου.

Επίσης ένας κοινός παράγοντας όπως ο διαβήτης, η υπέρταση και νευρολογικές ή ορμονικές διαταραχές, μπορεί να συνδέονται και να συνυπάρχει με διαταραχές στην στυτική δυσλειτουργία.

Λόγω του ότι υπάρχει συχνότητα και μεγάλη συσχέτιση μεταξύ κατάθλιψης και στυτικής δυσλειτουργίας, είναι αναγκαίο να γίνει ακριβής διάγνωση. Είναι απαραίτητο,  ο ιατρός να γνωρίζει ποία είναι η πρωτοπαθής και η δευτεροπαθής νόσος έτσι ώστε να παρέχει την καταλληλότερη  θεραπεία έτσι ώστε να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών καθώς και την περίπτωση υποθεραπείας της κυρίας νόσου.

Παρά το γεγονός ότι η πάθηση αυτή δεν είναι περιστασιακή και οι πάσχοντες υποφέρουν πραγματικά σε βάθος χρόνου, η συντριπτική πλειονότητα  των ανδρών με στυτική δυσλειτουργία δεν απευθύνεται σε ειδικό γιατρό, αφού συνοδεύεται σχεδόν πάντα από ένα έντονο αίσθημα ντροπής.

Το πρόβλημα δε μεγεθύνεται αν δεν ζητήσει κάποιος άμεσα βοήθεια από ειδικό ιατρό ή ψυχολόγο. Και γίνεται χειρότερο γιατί σπάνια γίνεται αποδεκτή η ψυχογενής φύση του προβλήματος.