Είναι γνωστό ότι η τεστοστερόνη έχει συνδεθεί με τις ανδρικές επιδόσεις. Είναι η ορμόνη που ρυθμίζει τη σεξουαλική συμπεριφορά ενός άνδρα. Με την πάροδο του χρόνου ωστόσο, τα επίπεδα της στο αίμα μειώνονται και αυτό μπορεί να προκαλέσει από τη μείωση του ενδιαφέροντος για ερωτική επαφή, έως προβλήματα στύσης και ανικανότητα.
Το φαινόμενο αυτό μοιάζει με την γυναικεία εμμηνόπαυση (όπου υπάρχει σημαντική μείωση των οιστρογόνων στο αίμα) και για αυτό χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ανδρόπαυση. Ωστόσο υπάρχει μία σημαντική διαφορά: η μείωση της τεστοστερόνης γίνεται σταδιακά και δεν αφορά συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα. Διαφέρει από άνδρα σε άνδρα.
Στην εμμηνόπαυση είθισται να χορηγούνται σκευάσματα για την αποκατάσταση του επιπέδου των «γυναικείων» ορμονών, στην περίπτωση όμως του άνδρα τα πράγματα είναι πολύπλοκα. Η χορήγηση τεστοστερόνης θα μπορούσε να βελτιώσει τη σεξουαλική συμπεριφορά ενός άνδρα, αποκαθιστώντας την επιθυμία, αλλά και την ικανότητά του.
Ωστόσο η τεστοστερόνη εκτός από όλα τα θετικά που μπορεί να προσφέρει σε έναν άνδρα, έχει και αρνητικές επιπτώσεις. Το όνομά της έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη αλλά και με τη στεφανιαία νόσο.
Με αυτά τα δεδομένα η λήψη της τεστοστερόνης πρέπει να γίνεται υπό προϋποθέσεις. Ένα πλήρες ιστορικό, μία εκτενής ενημέρωση για τις πιθανές παρενέργειες αλλά και για τις υπόλοιπες εναλλακτικές αντιμετώπισης είναι τα αναγκαία βήματα πριν τη χορήγηση της.
Τα αποτελέσματά της τεστοστερόνης μπορεί να είναι εξαιρετικά, ωστόσο η χορήγησή της εμπεριέχει και κινδύνους. Οι επιστήμονες μελετούν τη δράση της σε μικρές δόσεις αλλά και την ανάπτυξη παραγώγων της με απώτερο σκοπό τη μείωση της επικινδυνότητας.